Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αναζωογονώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αναζωογονώ
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασία
αναζωογονώ
δίνω
ξανά
σε κάτι
ζωντάνια
όταν είστε κουρασμένοι, ένα ζεστό μπάνιο μπορεί να σας
αναζωογονήσει
Συγγενικά
επεξεργασία
αναζωογόνηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αναζωογονώ
αγγλικά
:
revive
(en)
γαλλικά
:
ravigoter
(fr)
,
vivifier
(fr)
,
revivifier
(fr)
,
revitaliser
(fr)
γερμανικά
:
aufmöbeln
(de)
,
wiederbeleben
(de)