Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αλυσώνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αλυσώνω
<
μεσαιωνική ελληνική
αλυσώνω
<
ἅλυσος
+
-ώνω
Ρήμα
επεξεργασία
αλυσώνω
(
λογοτεχνικό
)
δένω
με
αλυσίδα
Συνώνυμα
επεξεργασία
αλυσοδένω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αλυσώνω
→
δείτε
τη λέξη
αλυσοδένω