αληθινώς ανέστη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίααληθινώς ανέστη!
- (χριστιανισμός, παρωχημένο, σπάνιο) συνώνυμο του αληθώς ανέστη
- ※ "Οι βλάχοι εν εξάλλω ενθουσιασμώ μετέδιδαν προς αλλήλους την ευχάριστον είδησιν της Αναστάσεως: —Χριστός ανέστη, ρε αδέρφια! … —Αληθινώς ανέστη! … αληθινώς ανέστη!
- Ανδρέας Καρκαβίτσας, «Ο αφωρεσμένος» (1887/88)· απόσπασμα του διηγήματος, με επικεφαλίδα «Το Πάσχα των Βλαχοποιμένων», δημοσιευμένο στο περιοδικό Εστία, ΚΖ΄ (1889), σ. 339.
- ※ "Οι βλάχοι εν εξάλλω ενθουσιασμώ μετέδιδαν προς αλλήλους την ευχάριστον είδησιν της Αναστάσεως: —Χριστός ανέστη, ρε αδέρφια! … —Αληθινώς ανέστη! … αληθινώς ανέστη!