Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακολάτσιστα < ακολάτσιστος +

  Επίρρημα επεξεργασία

ακολάτσιστα

  Μεταφράσεις επεξεργασία