Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αιμοφόρων
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αιμοφόρων
γενική
πληθυντικού
,
αρσενικού
,
θηλυκού
ή
ουδέτερου
γένους
του
αιμοφόρος