αιγινήτικων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααιγινήτικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αιγινήτικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αιγινήτικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αιγινήτικος
αιγινήτικων