Ετυμολογία

επεξεργασία
αζήτητο εμπόρευμα < → δείτε τις λέξεις αζήτητος και εμπόρευμα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aˈzi.ti.to emˈbo.re.vma/

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

αζήτητο εμπόρευμα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία