αεροΰφαντων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αεροΰφαντων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αεροΰφαντος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αεροΰφαντος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αεροΰφαντος
αεροΰφαντων