Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ɣaˈpçe.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐γα‐πιέ‐μαι

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αγαπιέμαι, π.αόρ.: αγαπήθηκα, μτχ.π.π.: αγαπημένος

  • παθητική φωνή του ρήματος αγαπάω/αγαπώ
    1. παθητικές σημασίες του αγαπάω
    2. (στην παθητική φωνή, αλληλοπαθητικό) για κάποιους που αγαπούν ο ένας τον άλλον
      αγαπήθηκαν στα φοιτητικά τους χρόνια

Κλίση επεξεργασία