Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
άλβεδο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
άλβεδο
<
λατινική
albus
Ουσιαστικό
επεξεργασία
άλβεδο
ουδέτερο
άκλιτο
(και
άλμπεντο
)
(
αστρονομία
) η
λευκαύγεια
Δείτε επίσης
επεξεργασία
άλβεδο
στη
Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
άλβεδο
αγγλικά
:
albedo
(en)
γαλλικά
:
albédo
(fr)
γερμανικά
:
Albedo
(de)
πολωνικά
:
albedo
(pl)