Χρυσομάλλου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Χρυσομάλλου < → δείτε τη λέξη χρυσομάλλης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Χρυσομάλλου αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Χρυσομάλλου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Χρυσόμαλλος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Χρυσομάλλου θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Χρυσομάλλου αρσενικό
- γενική ενικού του Χρυσόμαλλος (λόγιος τύπος)
- → δείτε και τη μορφή Χρυσόμαλλου