Τόκυο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΤόκυο < (άμεσο δάνειο) αγγλική Tokyo < ιαπωνική 東京 (ανατολική πρωτεύουσα) < 東 (ανατολή), 京 (πρωτεύουσα)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤόκυο ουδέτερο άκλιτο
Τόκυο < (άμεσο δάνειο) αγγλική Tokyo < ιαπωνική 東京 (ανατολική πρωτεύουσα) < 東 (ανατολή), 京 (πρωτεύουσα)
Τόκυο ουδέτερο άκλιτο