Σεν Μαλό
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σεν Μαλό < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από τη γαλλική Saint-Malo
Μεταγραφή επεξεργασία
Σεν Μαλό ουδέτερο άκλιτο
Άλλες γραφές επεξεργασία
- Σαιν-Μαλό (παλαιότερη μη απλοποιημένη γραφή)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Σαιν-Μαλό στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Σεν Μαλό