Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΣΠΚ <  : Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας

  Συντομομορφή επεξεργασία

ΣΠΚ αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο