Παράρτημα:Επίθετα (πολωνικά)
Μορφές επεξεργασία
Τα Πολωνικά επίθετα (przymiotniki) στον ενικό έχουν τρεις τύπους ανάλογα με το γένος του ουσιαστικού που προσδιορίζουν. Κλίνονται μαζί με το ουσιαστικό.
Στον πληθυντικό υπάρχουν δύο μορφές:
- Αρρενοπροσωπική (męskoosobowa) που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για αρσενικά τα οποία είναι και πρόσωπα ή όπου υπαρχει ένα τουλάχιστον αρσενικό και πρόσωπο
- Μη αρρενοπροσωπική (niemęskoosobowa) που χρησιμοποιείται σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις.
Κλήση επεξεργασία
Γενικά ισχύουν τα εξής:
- Η ονομαστική του ενικού του αρσενικού χρησιμοποιείται για την καταχώρηση των επιθέτων στα λεξικά.
- Όλα τα επίθετα στην ονομαστική του ενικού του αρσενικού έχουν κατάληξη -i ή -y.
- Η ονομαστική και η κλητική είναι ίδιες.
- Τα επίθετα σε -i σχηματίζουν:
πτώση | α | θ | ο | πλ. αρρ. | πλ. μη αρρ. |
---|---|---|---|---|---|
M, W | ~i lwi, wielki, drogi |
~ia/~a lwia, wielka, droga |
~ie lwie, wielkie, drogie |
~i/~y lwi, wielcy, drodzy |
~ie lwie, wielkie, drogie |
D | ~iego lwiego, wielkiego, drogiego |
~iej lwiej, wielkiej, drogiej |
~iego lwiego, wielkiego, drogiego |
~ich lwich, wielkich, drogich |
~ich lwich, wielkich, drogich |
C | ~iemu lwiemu, wielkiemu, drogiemu |
~iej lwiej, wielkiej, drogiej |
~iemu lwiemu, wielkiemu, drogiemu |
~im lwim, wielkim, drogim, drogim |
~im lwim, wielkim, drogim, drogim |
B | ~iego lwiego, wielkiego, drogiego |
~ią lwią, wielką, drogą |
~ie lwie, wielkie, drogie |
~ich lwich, wielkich, drogich |
~ie lwie, wielkie, drogie |
N | ~im lwim, wielkim, drogim |
~ią/~ą lwią, wielką, drogą |
~im lwim, wielkim, drogim |
~imi lwimi, wielkimi, drogimi |
~imi lwimi, wielkimi, drogimi |
Ms | ~im lwim, wielkim, drogim |
~iej lwiej, wielkiej, drogiej |
~im lwim, wielkim, drogim |
~ich lwich, wielkich, drogich |
~ich lwich, wielkich, drogich |
Τα επίθετα που λήγουν σε -y σχηματίζουν ανώμαλα την ονομαστική του πληθυντικού της αρρενοπροσωπικής μορφής.
- r → rz (stary → starzy, mądry → mądrzy)
- s → ś (żałosny → żałośni)
- κατάληξη -ty → -ci (popielaty → popielaci)
- κατάληξη -ły → -li (biały → biali)
- κατάληξη -ny → -ni σε μετοχές (czytany → czytani)
Μερικές φορές υπάρχει αλλαγή του τελευταίου γράμματος του θέματος σε → e, ιδιαίτερα στις παθητικές μετοχές (wesoły → weseli, robiony → robieni).
πτώση | α | θ | ο | πλ. αρρ. | πλ. μη αρρ. |
---|---|---|---|---|---|
M, W | ~y chory, martwy |
~a chora, martwa |
~e chore, martwe |
~y/~i chorzy, martwi |
~e chore, martwe |
D | ~ego chorego, martwego |
~ej chorej, martwej |
~ego chorego, martwego |
~ych chorych, martwych |
~ych chorych, martwych |
C | ~emu choremu, martwemu |
~ej chorej, martwej |
~emu choremu, martwemu |
~ym chorym, martwym |
~ym chorym, martwym |
B | ~ego/~y chorego, martwego |
~ą chorą, martwą |
~e/~y chore, martwe |
~ych chorych, martwych |
~e chore, martwe |
N | ~ym chorym, martwym |
~ą chorą, martwą |
~ym chorym, martwym |
~ymi chorymi, martwymi |
~ymi chorymi, martwymi |
Ms | ~ym chorym, martwym |
~ej chorej, martwej |
~ym chorym, martwym |
~ych chorych, martwych |
~ych chorych, martwych |
Βαθμοί επεξεργασία
Τα πολωνικά όπως και τα ελληνικά επίθετα σχηματίζουν παραθετικά, έχουν δηλαδή θετικό (stopień równy), συγκριτικό (stopień wyższy) και υπερθετικό βαθμό (stopień najwyższy).
Ο υπερθετικός βαθμός σχηματίζεται με την προσθήκη του πρόθηματος naj- στον συγκριτικό βαθμό
Ομαλά παραθετικά επεξεργασία
Ο συγκριτικός βαθμός σχηματίζεται
- με την κατάληξη -szy:
- ή με την κατάληξη -ejszy:
Ανώμαλα παραθετικά επεξεργασία
Μερικά σχηματίζουν ανώμαλους βαθμούς:
Θετικός | Συγκριτικός | Υπερθετικός |
---|---|---|
dobry | lepszy | najlepszy |
zły | gorszy | najgorszy |
duży | większy | największy |
mały | mniejszy | najmniejszy |
Περιφραστική μορφή επεξεργασία
Μερικά επίθετα σχηματίζουν τον συγκριτικό βαθμό με το bardziej (συγκριτικός βαθμός του bardzo - πολύ) και τον θετικό βαθμό. Περιφραστικά μπορούν να σχηματιστούν και όλα τα επίθετα που έχουν παραθετικά (ομαλά ή ανώμαλα: nerwowy → bardziej nerwowy.
Ο υπερθετικός βαθμός σχηματίζεται με το najbardziej (υπερθετικός βαθμός του bardzo).
Επιρρήματα επεξεργασία
Τα περισσότερα επιρρήματα στα πολωνικά προέρχονται από επίθετα. Δείτε περισσότερα στο Παράρτημα:Επιρρήματα (πολωνικά)