Πέταρ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Πέταρ < μεταγραφή για τη βουλγαρική Петър (Pétǎr), ή τη σερβοκροατική Petar, ή τη σλαβομακεδονική Петар (Petar) [< αρχαία ελληνική Πέτρος]
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠέταρ αρσενικό, άκλιτο
Πέταρ αρσενικό, άκλιτο