ΠΥΡΚΑΛ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ΠΥΡ. ΚΑΛ. < Εταιρεία ΠΥΡιτιδοποιείου και ΚΑΛυκοποιείου
Συντομομορφή
επεξεργασίαΠΥΡ.ΚΑΛ. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο
- εταιρεία που προμηθεύει τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις με πυρομαχικά
Δείτε επίσης
επεξεργασία- ΠΥΡΚΑΛ στη Βικιπαίδεια