ΠΕΑΝ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ΠΕΑΝ < Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζομένων Νέων
Προφορά
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαΠ.Ε.Α.Ν. θηλυκό ακρωνύμιο
- (ιστορία) αντιστασιακή οργάνωση η οποία έδρασε κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα
- ※ Η ΠΕΑΝ, η σημαντικότερη από τις συναφείς οργανώσεις, υπήρξε μία από τις πρώτες αστικές αντιστασιακές οργανώσεις νέων και συσπείρωσε μερικές εκατοντάδες νέους και νέες.
- Οντέτ Βαρών-Βασάρ, Η αντίσταση των νέων στην Κατοχή, Η Καθημερινή, 31 Οκτωβρίου 2010
- ※ Η ΠΕΑΝ, η σημαντικότερη από τις συναφείς οργανώσεις, υπήρξε μία από τις πρώτες αστικές αντιστασιακές οργανώσεις νέων και συσπείρωσε μερικές εκατοντάδες νέους και νέες.
Δείτε επίσης
επεξεργασία- ΠΕΑΝ στη Βικιπαίδεια