Δείτε επίσης: νοδάρου

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νοδάρου < γενική ενικού του αρσενικού Νοδάρος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /noˈða.ɾu/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Νο‐δά‐ρου

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νοδάρου θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Νοδάρου αρσενικό