Δείτε επίσης: nivôse

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νιβόζ < γαλλικά nivôse

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /niˈvoz/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Νι‐βόζ

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νιβόζ αρσενικό άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία