Μπουλασίδου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μπουλασίδου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Μπουλασίδης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /bu.laˈsi.ðu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπου‐λα‐σί‐δου
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜπουλασίδου θηλυκό, άκλιτο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΜπουλασίδου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Μπουλασίδης
- άλλη μορφή: Μπουλασίδη