Μπισάου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μπισάου < πορτογαλική Bissau < Bijago της γλώσσας των γηγενών[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /biˈsa.u/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπι‐σά‐ου
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μπισάου θηλυκό άκλιτο
- η πρωτεύουσα της Γουινέας Μπισάου
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Μπισάου στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μπισάου
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998), λήμμα: Γουινέα Μπισάου