Μπελούνο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /beˈlu.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπε‐λού‐νο
Μεταγραφή
επεξεργασίαΜπελούνο ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Μπελούνο στη Βικιπαίδεια
Μπελούνο ουδέτερο άκλιτο