Μπίκου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μπίκου < γενική ενικού του αρσενικού Μπίκος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈbi.ku/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπί‐κου
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜπίκου θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΜπίκου αρσενικό