Ετυμολογία

επεξεργασία
Μοσχόμαυρο < μόσχ(ος) + -ό- + μαύρο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μοσχόμαυρο ουδέτερο, μόνο στον ενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία