Ετυμολογία

επεξεργασία
Μετς < (άμεσο δάνειο) γαλλική Metz

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈmet͡s/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μετς ουδέτερο άκλιτο

  1. πόλη της Γαλλίας
  2. συνοικία της Αθήνας
  1. ※  Νιφάδες έπεσαν μέχρι και στο Μετς - Χιόνισε σε Περιστέρι και Πετρούπολη, σε περιοχές πάνω από τα 200 μέτρα - Νιφάδες και στην Άνω Νεάπολη του Πειραιά. (Κακοκαιρία «Ζηνοβία»: Χιόνι στο κέντρο της Αθήνας και σε γειτονιές του Πειραιά, εφ. Πρώτο Θέμα, 30 Δεκεμβρίου 2019)

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Metz στη γαλλική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις

επεξεργασία