Μεταμόρφωσις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μεταμόρφωσις < (ελληνιστική κοινή) μεταμόρφωσις
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μεταμόρφωσις θηλυκό
- (καθαρεύουσα) ονομασία οικισμών της Ελλάδας: Μεταμόρφωση
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Μεταμόρφωσις