Ετυμολογία

επεξεργασία
Λιάτικο < λιαστός

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Λιάτικο ουδέτερο, μόνο στον ενικό

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • τα σταφύλια της ποικιλίας αυτής γίνονται περισσότερο λιαστά, εξ ου και η ονομασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία