Κρεμαστού
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κρεμαστού < γενική ενικού του αρσενικού Κρεμαστός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kɾe.maˈstu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κρε‐μα‐στού
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κρεμαστού θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Κρεμαστού αρσενικό