Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Θρόνοι < θρόνος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Θρόνοι αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό


Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία