Θερμιδόρ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Θερμιδόρ < λόγιο δάνειο από τη γαλλική thermidor • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /θeɾ.miˈðoɾ/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Θερ‐μι‐δόρ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΘερμιδόρ αρσενικό άκλιτο
- (Γαλλία, ιστορία) ο ενδέκατος μήνας του ημερολογίου που ίσχυσε στη Γαλλία μετά την επανάσταση του 1789
Άλλες μορφές
επεξεργασία- Θερμιδώρ (παλιά γραφή)