Εσκίσεχιρ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Εσκίσεχιρ < (άμεσο δάνειο) τουρκική Eskişehir
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.ski.seˈçiɾ/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ε‐σκί‐σε‐χιρ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕσκίσεχιρ ουδέτερο άκλιτο
Άλλες μορφές
επεξεργασία- Εσκή Σεχήρ (παρωχημένη)
- Εσκί Σεχίρ
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Εσκίσεχιρ στη Βικιπαίδεια