πασαρέλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} ==={{ουσιαστικό|el}}=== [[Αρχείο:Custo_Dalmau_(C...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 17:19, 8 Αυγούστου 2012

Νέα ελληνικά (el)

  Ετυμολογία

πασαρέλα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

 
μοντέλα στην πασαρέλα

πασαρέλα, η

  1. υψωμένη επιφάνεια πάνω στην οποία τα μοντέλα περπατούν μπροστά από το κοινό σε επίδειξη μόδας
  2. χώρος στον οποίο περνάνε πολλές κι όμορφες κοπέλες σε κοινή θεά τρίτων
    η παραλία έγινε σωστή πασαρέλα το Σαββατοκύριακο
  3. το να περπατάει κάποιος/α μπροστά στο κοινό σε επίδειξη μόδας
    εκεί που έκανε πασαρέλα, πάτησε το φόρεμά της και παραλίγο να το σκίσει

  Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'πασαρέλα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «πασαρελα».