ΓΓΔΕ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ΓΓΔΕ < Γενική Γραμματεία Δημοσίων Επενδύσεων
Συντομομορφή επεξεργασία
Γ.Γ.Δ.Ε. θηλυκό αρκτικόλεξο
- ελληνική δημόσια υπηρεσία που ασχολείται με τις δημόσιες επενδύσεις
- ※ Ανεξάρτητη αρχή από το 2017 η ΓΓΔΕ (Προκόπης Χατζηνικολάου, *, Η Καθημερινή, 18 Μαΐου 2016)