Δείτε επίσης: Βροῦνος, Μπρούνο

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

Βρούνος < εξελληνισμένη μορφή από την ιταλική Bruno ή γερμανική Bruno κ.λπ. (→ δείτε τη λέξη Μπρούνο) + -ος
  1. (σπάνιο) ανδρικό όνομα
    ※  Από το γάμο με τον Ερρίκο γεννήθηκαν πέντε τέκνα: ο Ερρίκος της Βαυαρίας, ο Ερρίκος ο μελλοντικός Όθων Α αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο άγιος Βρούνος αρχιεπίσκοπος Κολωνίας, η Γκερμπέργκα σύζυγος του Λουδοβίκου Δ΄ της Γαλλίας και η Χεδβίγη της Σαξονίας
    «14 Μαρτίου. Μνήμη της Αγίας Ματθίλδης, βασίλισσας» Καθολική Αρχιεπισκοπή Νάξου-Τήνου-Μυκόνου-Άνδρου και Μητρόπολη παντός Αιγαίου (14 Μαρτίου 2022)· πρόσβαση: 2022-05-12.
  2. (σπάνιο, ιστορία) ξενικό ανδρικό επώνυμο, μονοτονική γραφή του Βροῦνος (καθαρεύουσα)
    ※  δικαιολογεί, σε μεγάλο βαθμό, μία θλιβερή υπόθεση: ο θάνατος (ή ή δολοφονία) του Ιταλού γιατρού [Fransesco] Bruno (Βρούνος) και η διαθήκη του που όριζε κληρονόμο τον Στεφανίτση
    Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης, «Συμβολή στη βιογραφία του Πέτρου Στεφανίτση», Μνήμων 1 (1971), σ. 60.

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Βρούνος < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βρούνος αρσενικό (σπάνιο)

Μεταγραφές επεξεργασία