Αἰολεῖς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Αἰολεῖς < συνηρημένη μορφή του Αἰολέες, πληθυντικός αριθμός του Αἰολεύς < → δείτε τη λέξη αἰόλος
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασία
Αἰολεῖς αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του Αἰολεύς
Δείτε επίσης
επεξεργασία-
Αιολείς στη Βικιπαίδεια