Αλικάντε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.liˈkan.de/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐λι‐κά‐ντε
Μεταγραφή επεξεργασία
Αλικάντε ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Αλικάντε στη Βικιπαίδεια
Αλικάντε ουδέτερο άκλιτο