Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αλβιών < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα Ἀλβιών → και δείτε τη λέξη Αλβιώνα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /al.viˈon/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αλ‐βι‐ών

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αλβιών θηλυκό (γενική: Αλβιώνος - δείτε την κλίση της καθαρεύουσας στο Ἀλβιών)

  Μεταφράσεις επεξεργασία