ΑΔΤ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ΑΔΤ < Αριθμός Δελτίου Ταυτότητας
Συντομομορφή επεξεργασία
Α.Δ.Τ. αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο
- αποτελεί μόνο συντομογραφή, προφέρεται πλήρως "αριθμός δελτίου ταυτότητας"
Α.Δ.Τ. αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο