último
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαúltimo (es) (ούλτιμο)
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | último | últimos |
θηλυκό | última | últimas |
último (pt)
último (es) (ούλτιμο)
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | último | últimos |
θηλυκό | última | últimas |
último (pt)