évaluationnite
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
évaluationnite | évaluationnites |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαévaluationnite (fr) θηλυκό
- νεολογισμός που εκφράζει την επίμονη αξιολόγηση των μαθητών σε όλα τα επίπεδα
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη évaluer