Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
épluché
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)=
επεξεργασία
γένος
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
épluché
épluchés
θηλυκό
épluchée
épluchées
Επίθετο
επεξεργασία
épluché
(fr)
καθαρισμένος