Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

écosystème < éco- + système < αγγλική ecosystem

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
écosystème écosystèmes

écosystème (fr) αρσενικό