Çanakkale
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Çanakkale < οθωμανική τουρκική چناق قلعه (Çanak Kal'e). Μορφολογικά αναλύεται σε çanak (αγγείο) + kale (κάστρο).
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /tʃɑ.nɑkˈkɑ.le/
Κύριο όνομα
επεξεργασίαÇanakkale (tr) και Çanakkale Boğazı
- πόλη της Τουρκίας, το Τσανάκκαλε
- (στενό) το Τσανάκκαλε ή Δαρδανέλλια ή Δαρδανέλια, ο αρχαίος Ελλήσποντος