warmonger
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία/?/
Ετυμολογία en
επεξεργασίαwarmonger < war + -monger (< monger)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαwarmonger (en)
- πολεμεγέρτης, πολεμοποιός, πολεμογόνος
- μη ακριβείς μεταφράσεις: πολεμοχαρής, πολεμοκάπηλος