vulve
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
vulve | vulves |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαvulve (fr) θηλυκό
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
vulva | vulve |
vulve (it)
ενικός | πληθυντικός |
vulve | vulves |
vulve (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
vulva | vulve |
vulve (it)