visualise
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | visualise |
γ΄ ενικό ενεστώτα | visualises |
αόριστος | visualised |
παθητική μετοχή | visualised |
ενεργητική μετοχή | visualising |
Ρήμα
επεξεργασίαvisualise (en)
ενεστώτας | visualise |
γ΄ ενικό ενεστώτα | visualises |
αόριστος | visualised |
παθητική μετοχή | visualised |
ενεργητική μετοχή | visualising |
visualise (en)