Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vɛʁ.ti.ka.li.te/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
verticalité verticalités

verticalité (fr) θηλυκό

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία