Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
versatility
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
versatility
<
versatile
Ουσιαστικό
επεξεργασία
versatility
(en)
το να είναι κανείς
πολύπλευρος
, να έχει πολλά ταλέντα σε διάφορους τομείς
προσαρμοστικότητα
,
ευελιξία
Συνώνυμα
επεξεργασία
adaptability
skillfulness