vaniteux
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vaniteux | vaniteux |
θηλυκό | vaniteuse | vaniteuses |
vaniteux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vaniteux | vaniteux |
θηλυκό | vaniteuse | vaniteuses |
vaniteux (fr)